Άκου αυτό και χάσου μες τα στενά σοκάκια του Μπουένος Άιρες…
Ήταν ένα γλυκό πρωινό Κυριακής στο Μπουένος Άιρες και καθόμουν στο αγαπημένο καφέ λίγα μέτρα μακριά απ’το χόστελ μου. Παρήγγειλα έναν ζεστό καφέ και ένα κρουασάν. Μ’άρεσε να έρχομαι κάθε μέρα εδώ, ένιωθα γαλήνια και χάζευα τους περαστικούς. Είχα και μια εφημερίδα μαζί μου και προσπαθούσα να διαβάσω τα νέα στα ισπανικά. Πέρασε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και κρατιόντουσαν χεράκι χεράκι και σκέφτηκα μακάρι όταν φτάσω και εγώ στην ηλικία τους να έχω κάποιον που να αγαπώ ακόμη τόσο πολύ. Κάτι παιδιά έπαιζαν στον διπλανό στενό και κάτι μουσικοί παίζανε τραγούδια από Λατινική Αμερική με τις κιθάρες τους. Σαν να πεταγόντουσαν οι νότες απ’τις χορδές και να φτιάχνανε ένα πεντάγραμμο στον αέρα.
Έπινα τον καφέ μου και μου άφηνε μια πικρόγλυκη γεύση και έτσι ένιωθα για όλα όσα είχα ζήσει τους τελευταίους μήνες. Σε λίγο καιρό θα τελείωνε το ταξίδι μου, μα πως θα άφηνα πίσω μου μια πόλη που αγάπησα τόσο πολύ. Που ένιωσα ότι ανήκω και είναι το σπίτι μου, που δέθηκα με τους ανθρώπους και φτιάξαμε αναμνήσεις μαζί. Πραγματικά το Μπουένος Άιρες έχει μια μοναδική ομορφιά και ατμόσφαιρα. Προσφέρει από θάλασσα , περιοχές γεμάτες μπαρ , γραφικά σοκάκια μέχρι μεγάλα πάρκα. Δεν γίνεται να μην την ερωτευτείς και να μην χαρείς να χάνεσαι στους δρόμους της. Νιώθω saudade, που σημαίνει στα Πορτογαλικά η αγάπη που υπήρξε και μένει, με χαρακτηρίζει ακριβώς. Ύστερα άρχισα να περπατάω στις λεωφόρους της διπλανής περιοχής και παρατηρούσα τις βεράντες με τα φυτά τους, τους ανθρώπους που καθόντουσαν στα παράθυρα σαν να περιμένουν κάτι, τους περαστικούς και τα γρήγορα αυτοκίνητα που χανόντουσαν στην στιγμή.
Έβαλα τα ακουστικά μου και έπαιζα τραγούδια που έμαθα όσο ταξίδευα και σαν μια ταινία μικρού μήκους έπαιξαν όλες οι εικόνες μπροστά μου. Άρχισα να χάνομαι σε εκείνες και να τις αναβιώνω και έσκασα ένα χαμόγελο τόσο φυσικό. Είδα ξανά όλα τα άτομα που γνώρισα , τους μίλησα, γέλασα μαζί τους και ήπια μια μπύρα στην υγειά τους. Περπάτησα και πάλι με γυμνά πόδια δίπλα στο κύμα και άφησα πατημασιές στην άμμο. Άρχισα να τρέχω σαν να θέλω να φτάσω κάτι αλλά τελικά έτρεχα για να προλάβω τον χρόνο στην προσπάθεια μου να τον κάνω να παγώσει για λίγο. Δεν θέλω να τελειώσει όλο αυτό, νιώθω πως βρήκα κάποια κομμάτια μου που έψαχνα για καιρό και άλλα που δεν ήξερα πως έχω. Έγινα ένας άνθρωπος γεμάτος εικόνες που φτιάξανε ένα κολλάζ στιγμών στο μυαλό μου. Πέρασα ξανά από τις γειτονιές που είχα περπατήσει τις πρώτες μέρες που έφτασα στην πόλη και όλα έμοιαζαν ακόμα πιο όμορφα και εντυπωσιακά.
Έτσι όπως περπατούσα αγνοούσα ότι βρίσκεται δίπλα μου και όλοι οι άνθρωποι χανόντουσαν σαν φώτα που αναβοσβήνουν, μέχρι που ένας περαστικός με ρώτησε πως να πάει στην κόκκινη πλατεία. Χαμογέλασα και του έδειξα στον χάρτη που κρατούσα την διαδρομή , ένιωσα σαν ντόπιος που το ήξερα και με περηφάνια συνέχισα τον δρόμο μου. Δεν ξέρω που πηγαίνω αλλά δεν έχει και σημασία, βρίσκομαι ακριβώς εκεί που θέλω. Άρχισε να σουρουπώνει και ο ήλιος χρωμάτισε τον ουρανό με σπίθες φλογερές. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής για το χόστελ μου που ήξερα ότι με περιμένουν οι φίλοι μου με ένα ποτό στο χέρι για να χορέψουμε στην ταράτσα. Το σπίτι μου, πόσο όμορφα νιώθω να το αποκαλώ έτσι. Η Αργεντινή θα μείνει για πάντα στην καρδιά μου ως το μέρος που με ανακάλυψα και ένιωσα ότι ανήκω.
No responses yet