Ο γλάρος ανοίγει τα φτερά του και αφήνεται στον αέρα να τον παρασύρει. Κάθεται εκεί καμαρωτος και κοιτάει από ψηλά.
Έχει έναν γλάρο σε ένα νησι, πάει χρόνια που ζει εκεί. Ξέχασε πώς είναι να πετά σε μέρη μακρινά . Έκανε οικογένεια και έχτισε το σπίτι του εδώ, να ξαποστάσει για λίγο καιρό. Μα ο γλάρος δεν σχεδιάστηκε για να μένει στάσιμος. Η καρδιά του λαχτάρα περιπέτειες , μα κάτι τον τρομάζει. Το άγνωστο, το άπιαστο, δεν ξέρει.
Κάθεται σιωπηλός σε έναν βράχο και σκέφτεται όλα τα περασμενα. Τον πιάνει μια νοσταλγία και αναρωτιέται αν θα βρει το κουράγιο να πετάξει μακριά ξανά . Φτάνει μόνο να ανοίξει τα φτερά του και να βρει την σπίθα στην καρδιά του .
Ο γλάρος αυτός δεν πετούσε μόνο για να βρει τροφή, αλλά για την χαρά του να πετά. Είχε όνειρα και βλέψεις και θέλω που τον οδηγούσαν.
Μεγάλωσε πια , και εξιστορεί τις ιστορίες από μέρη εξωτικά στα άλλα πουλιά. Και εκείνα με μάτια ανοιχτά τον ακούν προσεκτικά.
Μεταναστεύει , όταν έρθει ο Οκτώβρης, ετοιμάζεται να φύγει πάλι . Δεν ξέρει που θα πάει, ίσως Αφρική για να προστατευτεί απτό κρύο που έρχεται. Να βρει τους παλιούς του φίλους και να πουν ιστορίες απ’τα παλιά.
Οι γλάροι είναι συντροφικα πουλιά, βλέπουν την χαρά στην μοιρασιά και μετράνε τις στιγμές με την αγάπη.
Αν παρατηρήσεις τους γλάρους θα μάθεις πολλά. Πώς είναι να τολμάς, να παίρνεις πλώρη για νέους κόσμους μα πως είναι και να γυρνάς ξανά. Να μην ξεχνάς από που ξεκίνησες μα να μην σβήνεις και την περιέργεια να ανακαλύπτεις. Είναι ελεύθερα πουλιά , με ατίθαση καρδιά και όνειρα πολλά.
Φτάνει μόνα να τα δεις πριν τα χαιρετήσεις και να είσαι εκεί όταν επιστρέψουν.
Να φεύγεις, μα να γυρνάς , αλλιωτικος και πλήρης. Με αναμνήσεις που θα φτιάξουν την νέα σου πραγματικότητα.
Λευκά φτερά, ένα σάλτο και χάθηκαν ξανά.
No responses yet