Το διάβασα στα μάτια σου αυτό που τώρα κρυβεις στην ψυχή σου. Πως θέλεις να παρεις άλλον δρόμο, δεν ξέρεις πόσο με πονάει η σιωπή σου, μου πες δεν σε χωράει άλλο ο τόπος μα εγώ έφτιαξα έναν νέο κόσμο για σένα.. Φοράω για κολιέ το χαμόγελο που μου έχεις χαρίσει και η καρδιά μου χορεύει στον ρυθμό που μου έχεις μάθει. Τι θα κάνω τώρα που θα πρέπει να μάθω να περπατώ ξανά; Μόνη μου σε έναν κόσμο που φτιάχτηκε για δυο.
Δεν ξέρω τι να πρώτο θυμηθώ, το άρωμα σου που έχει μείνει στα σεντόνια ή τον ήχο της φωνής σου που με ηρεμούσε. Κλείνω το ραδιόφωνο μην ακούσω ένα τραγουδι που θα μου θυμίσει πως χορεύαμε μαζί έτσι απρόσμενα σε ένα στενό στη βροχή. Τώρα βλέπω έναν καθρέφτη με μια ξένη να με κοιτάει, άβαφη, μελαγχολική, άδεια…
Ενα δάκρυ κύλισε στο μάγουλο μου και το έκανε όλο να μοιάζει αληθινό. Δεν βγαίνει πια η φωνή μου και δεν με ορίζει η λογική μου. Κάθομαι σε μια πολυθρόνα σε ένα άδειο σαλόνι και βλέπω το παράθυρο που θολώνει.
Φοβάμαι να πάω στο δωμάτιο, μην τυχόν και οι αναμνήσεις ξυπνήσουν και βουήσουν σε όλο το δωμάτιο. Θα κάτσω δίπλα στο τζάκι να με ζεστάνει η φωτιά αφου πλεον τα χέρια σου δεν είναι ανοιχτά να με πάρουν αγκαλιά.
Άφησε με να κάνω ένα τσιγάρο και να καπνίσω τις στιγμές που φτιάξαμε μαζί. Να το σβήσω και μαζί με την στάχτη να φύγει και η κάψα μου για σένα. Αναζητώ ένα ακόμη φιλί στο στόμα που έμαθε να ακολουθεί το δικό σου. Θα μείνω μόνη μου, και όσο και αν πονώ στο ορκίζομαι ποτε δεν θα το μάθεις.
Αντίο θα σου πω και θα φτιάξω μια νέα πραγματικότητα για να ζω…
Categories:
Tags:
One response
Πολύ όμορφο Βίκυ,πόσο αληθινό !